Ο Άγιος Χαράλαμπος μαρτύρησε σε ηλικία 113 ετών την εποχή που βασίλευε ο Σεπτίμιος Σεβήρος. Κάποιοι από τα πνευματικά του τέκνα είχαν προσπαθήσει να τον πείσουν να φύγει, για να μη συλληφθεί. Ο Άγιος όμως, αρνήθηκε, γιατί όπως ήταν φυσικό, είναι αδύνατο εντελώς στον καλό ποιμένα να εγκαταλείψει το ποίμνιο του πάνω στον κίνδυνο. Συνελήφθη λοιπόν και βασανίσθηκε απάνθρωπα και ομολόγησε με παρρησία την πίστη του.
Αρκετοί ήταν οι στρατιώτες, που διατάχτηκαν να τον βασανίσουν και πίστεψαν στον Χριστό. Οι άρχοντες είχαν θορυβηθεί από την ομαδική μεταστροφή των ανθρώπων και διέταξαν να τον αφήσουν ελεύθερο. Αργότερα, ο Σεπτίμιος Σεβήρος, μη μπορώντας να αντέξει την παρρησία και την ανδρεία του γέροντα, διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Ο Άγιος ήταν ένα φωτεινό πρόσωπο, στο οποίο ακτινοβολούσε η χαρά. Η χαρά αδελφοί μου δεν είναι ένα απλό συναίσθημα, αλλά ο καρπός του Αγίου Πνεύματος, που δίδεται σαν δωρεά σε εκείνους, οι οποίοι μέσω της άσκησης καθαρίστηκαν από τα πάθη τους και έλαβαν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Η χαρά συνδέεται με την ταπεινοφροσύνη, με την μετάνοια, με την ανιδιοτελή αγάπη, που είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Όταν ο άνθρωπος κυριαρχείται από τα πάθη και κυρίως την υπερηφάνεια, δεν μπορεί να χαρεί πραγματικά την ζωή του. Ένα από τα αξιοσημείωτα της ζωής του Αγίου είναι και το γεγονός ότι δεν εγκατέλειψε το ποίμνιο του την ώρα του κινδύνου. Δεν θυσίασε τους άλλους για να ζήσει ο ίδιος, αλλά θυσιάστηκε για τους άλλους με μεγάλη αυταπάρνηση και προθυμία.
Οι Άγιοι πενθούν για τα πάθη και τις αμαρτίες τους, χωρίς όμως ποτέ να λυπούνται άμετρα χωρίς ελπίδα και χωρίς να χαίρονται άμετρα. Γιατί αδελφοί μου μεταξύ της λύπης και της χαράς είναι η ελπίδα. Πόσες φορές δεν σκεφτόμαστε το μέλλον μας και φεύγουμε από το παρόν και δεν χαιρόμαστε αληθινά την ζωή μας.
Μάλιστα συνηθίζουμε να παραπονούμαστε ότι η κοινωνία στην οποία ζούμε, δεν μας επιτρέπει να χαρούμε την ζωή μας, λες και φταίνε οι άλλοι για τα πάθη, τα λάθη και τις αποτυχίες μας. Εάν η ζωή μας είναι παράδεισος ή κόλαση γι' αυτό δεν ευθύνονται οι άλλοι, αλλά εμείς οι ίδιοι, γιατί οι συνάνθρωποί μας δεν είναι η κόλασή μας, αλλά η χαρά μας. Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, σε όποιον συναντούσε του έλεγε, "Χριστός Ανέστη χαρά μου". Χωρίς να ταπεινωθούμε αδελφοί μου δεν είναι δυνατόν να έχουμε τέλεια χαρά, αφού η σωτηρία μας περνάει μέσα από την ταπείνωση, και την ανιδιοτελή αγάπη για τους συνανθρώπους μας. Αμήν
Ο Άγιος Χαράλαμπος καταγόταν από την Μαγνησία της Μικράς Ασίας και γεννήθηκε στα τέλη του πρώτου μετά Χριστόν αιώνα. Ότι ήταν από την Μαγνησία, μας πληροφορεί ο πρώτος του Συναρξιστής. Η έρευνα έδειξε όμως ότι υπάρχουν τρεις περιοχές με αυτό το όνομα. Δεν είναι εξακριβωμένο ποια από τις τρεις αυτές περιοχές είναι ο τόπος καταγωγής του Αγίου. Έτσι η Μαγνησία που βρίσκεται στην Θεσσαλία δεν αποκλείεται να είναι ο ευλογημένος αυτός τόπος.
Επίσης άλλες δυο περιοχές που βρίσκονται, η μία κοντά σοτν ποταμό Μαίανδρο και η άλλη κοντά σοτν ποταμό Σίπυλο διεκδικούν και αυτές τον Άγιο. Για την Θεσσαλική περιοχή υπάρχει και η παράδοση που υπάρχει στους κατοίκους της σχετικά με τον Άγιο Χαράλαμπο.
Στην περιοχή της Μαγνησίας, την εποχή που οι διωγμοί των Χριστιανών από τους ειδωλολάτρες είχαν κορυφωθεί ζούσε ο υπέργηρος πια, Άγιος Χαράλαμπος. Τότε λοιπόν στην Ρώμη βασίλευε ο σατανικός Σεβήρος ενώ έραρχος της Μαγνησίας ήταν κάποιος που ονομαζόταν Λουκιανός. Ο μεν Σεβήρος διέταζε ο δε Λουκιανός εκτελούσε τοπικά. Και οι δυο ήταν εναντιίον του Χριστιανισμού και η πορεία τους ήταν γεμάτη με φόνους αθώων και πολλά βασανιστήρια.
Ο Άγιος ήταν ο νόμιμος Ιερέας στην επαρχία της Μαγνησίας. Στην περιφέρεια του λοιπόν κατηχούσε και βάπτιζε και ποίμαινε με σύνεση. Δίδασκε την Χρισιτανική Πίστη και ξεσκέπαζε την πλάνη των ειφωλολατρών που άρχισαν να συρρέουν προς τον Χριστό. Μαθαίνονταις όμως την δράση του ο έπαρχος Λουκιανλός οργίστηκε και διέταξε ένα στρατιωτικό απόσπασμα να πάει να τον συλλάβει και να τον παρουσιάσει μπροστά του για να τον ελέγξει.
Πράγματι το στρατιωτικό απόσπασμα συλλαμβάνει τον Άγιο και τον οδηγεί μπροστά στον ασεβή Λουκιανό. Παρουσιάστηκε, με την σεμνότητα και την συστολή, που τον διέκρινε αλλά και γεμάτος θάρρος. Ο έπαρχος προσπάθησε να τον πείσει να αλλάξει την πίστη του λέγοντας του:
- "Σε καλώ, να σταματήσεις να κηρύττεις τον Χριστό στους πολίτες της επαρχίας μου και να γυρίσεις στην πατροπαράδοτη πίστη των προγονικών μας θεών. Τι έχεις πάθει; Δεν καταλαβαίνεις ότι δεν υπακούς τις διαταγές του βασιλιά μας, του Σεβήρου;"
- "Άφησε άρχοντα τα μάτια της ψυχής σου να δουν το φως του Χριστού και τότε πολλά θα καταλάβεις, αφού εγώ υπακούω μόνο σε Εκείνος και όχι στις διαταγές του Σεβήρου που θέλει να προσκυνάμε πέτρες και αναίσθητα πράγματα για θεούς και που θέλει με αυτλόν τον τρόπο να οδηγούνται οι ψυχές μας στον θάνατο".
- "Άσε γέροντα τα πολλά λόγια και κάνε αυτό που λέει ο νόμος, για το συμφέρον σου. Προσκύνησε τους θεούς των προγόωνω μας γιατί θα σε βασανίσω πολύ σκληρά και θα το κάνεις ούτως ή άλλως".
- "Αλίμονο αν δεν υποφέρουμε σε αυτή την πρόσκαιρη ζωή, δεν θα καταφέρουμε αλλιώς να έχουμε θέση στην Ουράνια Βασιλεία".
Στο άκουσμα της ομολογίας του Αγίου, ο έπαρχος αλλά και κάποιοι άρχοντες που ήταν παρόντες απευθύνθηκαν προς τον Άγιο αναφέροντάς του διάφορα βασανιστήρια που θα έπρεπε να υποστεί αν δεν αρνιόταν τον Ψριστό λέγοντάς του:
- "Θυσίασε αμέσως, τώρα, στους θεούς στενοκέφαλε γέροντα".
- "Ας μην αξιωθώ ποτέ να γίνω τόσο μωρός και ανόητος ώστε να προσκυνήσω τους δαίμονες που εσείς προσκυνάτε και σέβεστε. Τους δαίμονες που φοβούνται την δύναμη του Σταυρού και τρέπονται σε φυγή".
Του ξεσκίζουν τις σάρκεςΟι άρχοντες προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να κάνουν τον Άγιο να αλλαξοπιστήσει. Ο Λουκιανός από την άλλη με πηδάλιο το προσωπικό του συμφέρον όταν κατάλαβε ότι η πίστη του στον Αληθινό Θεό είναι σταθερή και δεν μπορεί κανείς να τον μεταπείσει, διέταξε του δημίους του να τον γυμνώσουν και να ξεσκίζουν σιγά σιγά και μεθοδικά τις σάρκες του με σιδερένια χτένια. Ο Άγιος όμως σε όλη τη διάρκεια αυτής της βαρβαρότητας υπέμενε στωϊκά και χαιρόταν με τα βασανιστήρια λέγοντας:
- "Ω πόσο σας ευχαριστώ που με βοηθάτε βασανίζοντας το σώμα μου να βρεθεί πιο κοντά η ψυχή μου στην αιώνια μακαριότητα. Ευχαριστώ Θεέ μου που με αξίωσες, εμένα τον αμαρτωλό αυτό το μαρτύριο".
Στη διάρκεια μάλιστα αυτής της θηριωδίας, τα χτένια κάποια στιγμή είχαν στομώσει και έτσι όσο και να κοπίαζαν οι δήμιοι δεν υπήρχε περίπτωση να ξεσκίσουν άλλη από την σάρκα του Αγίου. Μάλιστα έλεγαν συζητώντας μεταξύ τους οι δήμιοι:
- "Τι άνθρωπος είναι αυτός που νομίζει την ατίμωση για τιμή; Μήπως είναι ο Χριστός και έχει έρθει να μας δοκιμάσει για αυτό κιόλας τα χτένια μας δεν μπορούν να του ξεσκίσουν πλέον τις σάρκες;"
Καταλαβαίνοντας ότι δεν μπορούσαν πλέον οι δήμιοι να κάνουν τίποτε, το ανέφεραν και τότε σηκώθηκε ένας δούκας που παρακολουθούσε και έλεγξε τους δήμιους ότι δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους. Στη συνέχεια άρπαξε από τα χέρια τους τα ματωμένα χτένια και άρχισε να ξεσκίζει το σώμα του Αγίου πολύ θυμωμένος. Ξαφνικά όμως τα χέρια του από τους αγκώνες κόπηκαν και κρέμασαν στο σώμα του. Σφάδαζε από τους πόνους και έλεγε προς τον Λουκιανό:
- "Βοήθα με ηγεμόνα. Είναι μάγος αυτός ο άνθρωπος".
Ο Λουκιανός πλησίασε τότε τον Άγιο και τον έφτυσε στο πρόσωπο, ενώ ταυτόχρονα ο τράχηλός του στρέφεται προς τα πίσω αφήνοντας έκπληκτους όλους τους παρευρισκόμενους, που τους έλεγαν:
- "Όσιε μην στρέψεις την οργή του Κυρίου πάνω μας. Κάνε αυτό που σε διατάζει ο χριστός, να μην κάνεις κακό όταν σου κάνουν κακό, αλλά να ευεργετείς όλους αυτούς που σε μισούν".
- "Πιστέψτε με γιατί αλήθεια σας λέγω. Ο Κύριος τιμώρησε αυτούς τους δύο με σκοπό να το δείτε εσείς και να μετανοήσετε και για να σας δώσει την αιώνια ζωή".
Τότε με μια φωνή όλοι όσοι άκουσαν τον Άγιο είπαν:
- "Συγχώρεσέ μας Δέσποτα και συγχώρεσε όλες τος αμαρτίες μας και λυπήσου μας".
Πολλοί ήταν αυτοί που πίστεψαν πραγματικά στον Κύριο. Ο Δούκας μάλιστα που τόση ώρα βρισκόταν στο έδαφος με τα χέρια του να είναι κομμένα από τους αγκώνες, δείχνοντας αληθινή μετάνοια παρακαλούσε τον Άγιο λέγοντας:
- "Άγγελε του Θεού. Ουράνιε άνθρωπε. Βοήθησέ με τον ταλαίπωρο. Έχεις πάνω σου το βάρος των χεριών μου και πονάω και υποφέρω. Θεράπευσέ με σε παρακαλώ για να μη πονάω πια και θα πιστέψω στον Θεό σου αν συμβεί αυτό".
Ο Άγιος στην συνέχεια απευθύνεται προς τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό προσευχόμενος:
- "Ω πόσο σε ευχαριστούμε Δέσποτα για την προστασία σου και την επίβλεψή σου και την αγάπη που έχεις για όλους εμάς τους αμαρτωλούς. Επίβλεψε Κύριε και σε αυτούς τους ταπεινωμένους και ταλαιπωρημένους δούλους σου και λύσε τα δεσμά τους για να δοξαστεί το Άγιο Όνομά σου".
Τότε ακούστηκε μία φωνή από τον Ουρανό που έλεγε:
- "Χαίρε αθλητή Χαράλαμπε. Εσένα που κάνεις παρέα με τους αγγέλους και έχεις τον χαρακτήρα και τον τρόπο των Αποστόλων. Εσένα λοιπόν μόλος άκουσα την προσευχή σου και να. δες, θεραπεύω τους ασθενείς για τους οποίους μίλησες".
Αμέσως θεραπεύτηκαν και ο δούκας αλλά και ο ηγεμόνας Λουκιανός. Μάλιστα ο δούκας βαπτίστηκε και ο Λουκιανός σταμάτησε τον Διωγμό των Χριστιανών μέχρις ότου στείλει την αναφορά του για όλα όσα είχαν συμβεί προς τον βασιλιά του, τον Σεβήρο.